Πέμπτη 24 Μαρτίου 2011

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΞΕΧΑΣΜΕΝΩΝ ΑΜΠΕΛΩΝΩΝ


Κρασιά, ελαιοτριβείο, σχολή οίνου η επένδυση Ελληνοελβετού στο νησί

Η αποκαλυψη ξεχασµενων αµπελωνων της Πατµου

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ


Αρχισε σαν αναζήτηση χαµένων τοπικών γεύσεων, αλλά µπορεί να εξελιχθεί σε µάθηµα επιχειρηµατικότητας. Εδώ και δεκαετίες οι κάτοικοι τηςΠάτµου έχουν απογαλακτιστεί από τη γη τους. Πέρασαν από την παραγωγή στην παροχή υπηρεσιών.Κάποτε εξήγαν προϊόντα, τώρα – κυρίως – εισάγουν. Ενας Ελληνας του εξωτερικού όµωςπροσπαθεί να αναστήσει τους αµπελώνες τους και να φέρει τους νησιώτες πιο κοντά στη φύση.

Παραθερίζει στην Πάτµο σχεδόν κάθε χρόνο απότο 1986. Οµωςτο όνοµά του ακούγεται περισσότερο τους τελευταίους µήνες στο νησί των 3.000 µόνιµων κατοίκων. Κάποιοι είναι δύσπιστοι: «Ποιος είναι αυτός; Από πού µας έρχεται;»,  λένε. Αλλοι τον αποκαλούν «φίλο του νησιού» και θαυµάζουν το φιλόδοξο σχέδιό του. Ο επισκέπτης που µονοπωλεί τιςσυζητήσεις τηςτοπικής κοινωνίας δεν είναι ένας συνηθισµένος τουρίστας. Ονοµάζεται Ιωσήφ Ζησιάδης. Είναι βουλευτής στην Ελβετία. Υπήρξε υπουργός ∆ηµόσιας Τάξης του καντονιού της Λωζάννης. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από έλληνα πατέρα και εβραία µητέρα, αλλά υποστηρίζει τον παλαιστινιακό λαό στη Γάζα. Αριστερός στα πολιτικά φρονήµατα, αν και προτεστάντης στη θρησκεία. Ενας οικολόγος και γευσιγνώστης που προσπαθεί να υπενθυµίσει σε µια άλλοτε αγροτική κοινωνία τι θα πει αυτάρκεια.

Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ. Αυτές τις µέρες, ο κ. Ζησιάδης θέτει σε εφαρµογή ένα σχέδιο µε την ονοµασία «Πάτοινος». Σε µια έκταση 30 στρεµµάτων θα δηµιουργήσει αµπελώνα µε τοπικές ποικιλίες κρασιού, ελαιοτριβείο, σχολή οίνου και τράπεζα σπόρων. Υπολογίζεται ότι η επένδυση θα στοιχίσει περίπου 500.000 ευρώ. Οπως λέει ο κ. Ζησιάδης, στόχος είναι η τόνωση της τοπικής οικονοµίας, η δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας για όλον τον χρόνο και ητουριστική ανάδειξη του νησιού µέσα από τις γεύσεις του.

Στις σκαµµένες πλαγιές της Πάτµου υπήρχαν αµπέλια από τον 17ο αιώνα. Οι ντόπιοι εξήγαν κρασί και σταφύλια στα παράλια της Μικράς Ασίας και αργότερα στην Αίγυπτο. Το νησί στηριζόταν στη δική του αγροτική παραγωγή µέχρι τη δεκαετία του ‘50.

Το µεταναστευτικό κύµα που ακολούθησε – αρκετοί ήταν αυτοί που έφυγαν στην Αυστραλία – σε συνδυασµό µε την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής οδήγησε τις περισσότερες καλλιέργειες σε µαρασµό. Οι κάτοικοι ασχολήθηκαν κυρίως µε παροχή υπηρεσιών (ξενοδοχεία και εστιατόρια).

«Σχεδόν όλα τα προϊόντα µας είναι εισαγόµενα. Το νησί ζει από τον τουρισµό, όχι από τα προϊόντα του», λέει ο δήµαρχος Πάτµου, Γρηγόρης Στόικος. Σήµερα, περίπου 20 Πάτµιοι παράγουν κρασί ερασιτεχνικά. Ενας από αυτούς είναι ο 66χρονος Χριστόδουλος Γρύλλης. Εδώ και 40χρόνια φτιάχνει κρασί από το αµπέλι του. Περίπου 300 κιλά τον χρόνο για να καλύπτει τις δικές του ανάγκες. «∆εν υπάρχει ενδιαφέρον από τους νέους για να ασχοληθούν», λέει. Στα ∆ωδεκάνησα, τη µεγαλύτερη οινική παράδοση έχει η Ρόδος. Συνολικά 27 οίνοι Προστατευόµενης Γεωγραφικής Ενδειξης παράγονται σήµερα από έξι οινοπαραγωγούς στα ∆ωδεκάνησα. Κυρίαρχες ποικιλίες είναι το αθήρι, το ασύρτικο και η µαλαγουζιά.

Η ΕΚΤΑΣΗ. Η αναβίωση της αµπελουργίας στην Πάτµο δεν ήταν εύκολη δουλειά για τον κ. Ζησιάδη. Εδώ και δέκα χρόνια προσπαθούσε να βρει την κατάλληλη έκταση. «Στην αρχή σκεφτόµουν να αγοράσω γη.Οι τιµές όµως ήταν πολύ υψηλές. Ζητούσαν 15.000 ευρώ το στρέµµα», λέει. Τελικά νοίκιασε για 25 χρόνια 30 στρέµµατα στην περιοχή Πέτρα, µιαπράσινη κοιλάδα στο νότιο µέρος του νησιού. Η έκταση ανήκει στη Μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Σύµφωνα µε τον καθηγούµενο Αντίπα Νικηταρά, υπάρχει η προοπτική να διατεθούν και άλλες εκτάσεις. «Τα κτήµατα τα νοίκιαζαν παλιότερα άλλοι ιδιώτες, αλλά σχεδόν όλοι τα είχαν εγκαταλείψει. Κάποιοι είχαν για χρόνια να κλαδέψουν τις ελιές», λέει.

ΟΙ ΜΕΤΟΧΟΙ. Το σχέδιο του κ. Ζησιάδη προβλέπει οι καλλιεργούµενες ποικιλίες να είναι κατά δύο τρίτα λευκές και οι υπόλοιπες κόκκινες. Η ετήσια παραγωγή θα φτάνει τις 13.000 φιάλες. Τη ∆ευτέρα θα φυτευτούν οι πρώτες ρίζεςκαι η πρώτη σοδειά αναµένεται να βγει σε πέντε χρόνια. Ο κ. Ζησιάδης έχει ζητήσει τη συνδροµή και τις συµβουλές αµπελουργών τηςΕλβετίας. Εναςαπό αυτούς είναι οΡαϊµόντ Πακού. «Η φύτευση θα ξεκινούσε τον Φεβρουάριο. Αλλά το χώµα δεν ήταν έτοιµο ακόµα. Σέβοµαι τις ελληνικές ποικιλίες και ανυποµονώ να δοκιµάσω το κρασί», λέει. «Μέτοχοι»στην προσπάθεια του κ. Ζησιάδη θαείναι πολίτες του εξωτερικού.

«ΜΕΡΙΣΜΑ» ΕΝΑ ΚΡΑΣΙ. Καθένας θα µπορεί να νοικιάσει ένα κλήµα για δέκα χρόνια καταβάλλοντας µία φορά 150 ευρώ. Στο τέλος κάθε χρόνου θα παίρνει ένα µπουκάλι κρασί µε το όνοµά του. Ηδη, 500 Ελβετοί συµµετέχουν σε αυτήν τη διαδικασία. «Σε όσα µέρη κι αν ταξιδέψω παρατηρώ ότι χάνουν σιγά σιγά τις τοπικές τους γεύσεις», λέει ο 55χρονος βουλευτής. «Βρίσκεις παντού τα ίδια, ξένα, τυποποιηµένα προϊόντα. Η Πάτµος δεν παράγει το δικό της λάδι ή κρασί. Είναι καιρός να αλλάξει αυτό».



Τετάρτη 16 Μαρτίου 2011

ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΝΑΒΙΩΣΗΣ ΟΙΚΙΣΜΩΝ


Όπου δεν υπάρχει ξενοφοβία και ρατσισμός, γίνονται πράγματα!
Αναδημοσίευση από την ηλεκτρονική έκδοση του Έθνους (του Γιώργου Σκαφίδα)
Ανέστησαν τον τόπο τους χάρη στους μετανάστες
Ο βραβευμένος δήμαρχος Ντομένικο Λουτσάνο, γνωστός και ως «Γκάντι της εποχής μας», αξιοποίησε το μεταναστευτικό ρεύμα για να αναζωογονήσει το σχεδόν εγκαταλελειμμένο χωριό του.



Μπορεί να ακούγεται τετριμμένο και ρομαντικό, αλλά πράγματι «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Για του λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στο χωριό Ριάτσε της Καλαβρίας (Νότιας Ιταλίας), εκεί όπου οι μετανάστες γίνονται δεκτοί με ανοιχτές αγκάλες και αντιμετωπίζονται όχι ως απειλή αλλά ως πνοή αναζωογόνησης και ανάπτυξης.
Οπως το «γαλατικό χωριό» των Γκοσινί και Ουντερζό αντιστάθηκε στους Ρωμαίους, έτσι και το ιταλικό χωριό Ριάτσε αποφάσισε, υπό την καθοδήγηση του δημάρχου Ντομένικο Λουτσάνο, να αντισταθεί στο συντηρητικό ιταλικό κατεστημένο (κυβέρνηση Μπερλουσκόνι, Λέγκα του Βορρά, ιταλική μαφία κ.ά.).
Κινούμενος αντίθετα στους ξενοφοβικούς ανέμους που σαρώνουν από άκρη σε άκρη τη Γηραιά Ηπειρο, ο 52χρονος δήμαρχος δοκίμασε και κατάφερε να αναστήσει το χωριό του με τη βοήθεια μεταναστών (από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Κουρδιστάν, τη Σομαλία, την Παλαιστίνη, τον Λίβανο, την Ερυθραία κ.ά.).
Πόλη-φάντασμα
Αλλοτε γεμάτο ζωντάνια, το Ριάτσε είχε φτάσει τη δεκαετία του 1990 στο σημείο να κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια πόλη-φάντασμα. Ας όψεται το φαινόμενο της αστυφιλίας, στο πλαίσιο της οποίας ένα μεγάλο μέρος του ντόπιου πληθυσμού είχε αρχίσει, ήδη από το 1960, να εγκαταλείπει την περιοχή με κατεύθυνση τα ιταλικά αστικά κέντρα (Μιλάνο, Γένοβα, Τορίνο) ή το εξωτερικό (Γερμανία, ΗΠΑ).
Μάλιστα, η ερήμωση ήταν τέτοια, που σε κάποια φάση στην περιοχή δεν λειτουργούσε ούτε ένα κρεοπωλείο (για μπαρ και εστιατόρια, ούτε λόγος), ενώ ακόμη και το σχολείο κινδύνευε να μείνει χωρίς μαθητές.
Ωσπου ξαφνικά, τον Ιούλιο του 1998, 300 ψυχές (Κούρδοι άνδρες, γυναίκες και παιδιά) ξεβράστηκαν από τη θάλασσα σε μια παραλία κοντά στο χωριό, στο ίδιο σημείο όπου παλαιότερα, το 1972, είχαν εντοπιστεί δύο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα (δύο ελληνικά μπρούντζινα αγάλματα).
Το ουτοπικό όραμα έγινε και ταινία
Δάσκαλος εκείνη την περίοδο στο χωριό, ο Ντομένικο Λουτσάνο καλωσόρισε τους νεοφερμένους και προχώρησε στη σύσταση ενός συλλόγου με το μεγαλεπήβολο όνομα «Πόλη του Μέλλοντος» και άρχισε, σε συνεργασία με την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, να προσφέρει στους μετανάστες δωρεάν στέγη, νερό και ηλεκτρικό. Σε αντάλλαγμα, εκείνοι εργάζονταν, οι άνδρες στις οικοδομές (ανακαινίζοντας σπίτια τα οποία ενοικιάζονταν σε τουρίστες) και οι γυναίκες στη χειροτεχνία φτιάχνοντας τουριστικά σουβενίρ.
«Ενας άνθρωπος είναι άνθρωπος, είτε διαθέτει νόμιμα έγγραφα είτε όχι. Οι φτωχότεροι των φτωχών θα σώσουν το Ριάτσε και σε αντάλλαγμα, θα σωθούν και οι ίδιοι από αυτό», διακήρυττε ο Λουτσάνο, ο οποίος με αυτό σύνθημα κατόρθωσε να κερδίσει ως ανεξάρτητος υποψήφιος τις εκλογές του 2004 και να εκλεγεί δήμαρχος (επανεξελέγη τον Ιούνιο του 2009). Μάλιστα, το 2010 ανακηρύχθηκε τρίτος καλύτερος δήμαρχος στον κόσμο από τη διεθνή δεξαμενή σκέψης «City Mayors Foundation».
Ωστόσο, παρά τη διεθνή του αναγνώριση, ο Λουτσάνο, «ο Μαχάτμα Γκάντι της εποχής μας», όπως τον αποκαλούν οι φίλοι του, εξακολουθεί να έχει το ίδιο απλό και λιτό γραφείο απ’ όπου ξεκίνησε την καριέρα του, με τις αφίσες του Τσε Γκεβάρα και των Ζαπατίστας, ενώ αγαπημένη του λέξη συνεχίζει να είναι η λέξη «ουτοπία».
Οσο για το Ριάτσε, το χωριό της Καλαβρίας με τους 1.726 κατοίκους (από τους οποίους, οι 250 είναι μετανάστες) αποτελεί πρότυπο ανάπτυξης (με αποτέλεσμα να επιστρέφουν σε αυτό ακόμη και όσοι το είχαν εγκαταλείψει). Το παράδειγμά του έχουν αρχίσει να το ακολουθούν και κάποια διπλανά χωριά, ενώ μέχρι τη Νότια Ιταλία ταξίδεψε πρόσφατα και ο σκηνοθέτης Βιμ Βέντερς, προκειμένου να ζήσει από κοντά την «πραγματική ουτοπία» του Ριάτσε και να την κάνει ταινία με την ονομασία «Η Πτήση».